Πέμπτη 4 Οκτωβρίου 2012

Η αλήθεια της φόρμας και η αλήθεια του χρώματος

   Στο Modern Painters I (II.V.1), ο Ράσκιν χρησιμοποιεί τις ιδέες του Τζον Λοκ όσον αφορά τις ιδιότητες των αντικειμένων (βλ. Δοκίμιο για την ανθρώπινη νόηση) για να αποδείξει ότι τα αντικείμενα δεν χαρακτηρίζονται από το χρώμα τους, αλλά από τη φόρμα (την οποία ορίζει ως σχέδιο με φως και σκιά). Σύμφωνα με τον Λοκ υπάρχουν τρία είδη ιδιοτήτων στα αντικείμενα, οι πρωταρχικές (π.χ. μέγεθος, έκταση, σχήμα, αριθμός, κίνηση ή ακινησία κλπ) οι οποίες δεν εγκαταλείπουν ποτέ το σώμα σε όποια κατάσταση κι αν αυτό βρίσκεται και όσες αλλαγές κι αν υποστεί, είτε τις αντιλαμβανόμαστε, είτε όχι· οι δευτερεύουσες, που είναι η δύναμη κάθε σώματος να δράσει πάνω στις αισθήσεις με οποιονδήποτε τρόπο (αισθητές ιδιότητες, π.χ. χρώμα, ήχος, γεύση) και οι οποίες δεν είναι εγγενείς στα αντικείμενα, αλλά υπάρχουν σε συνάρτηση με την δική μας αισθητηριακή αντίληψη αυτών και τρίτον η ικανότητα ενός σώματος να προκαλέσει αλλαγή σε άλλο σώμα ώστε το δεύτερο να δρα διαφορετικά πάνω στις αισθήσεις μας απ' ό,τι έκανε πριν.

   Δεδομένου ότι με βάση αυτή την διάκριση του Λοκ, την οποία ο Ράσκιν ενστερνίζεται, το χρώμα είναι μια δευτερεύουσα ιδιότητα (γιατί είναι αισθητό, μεταβλητό και σχετικό), αυτομάτως ο καλλιτέχνης που αμελεί την αλήθεια της μορφής έναντι της αλήθειας του χρώματος, επιλέγει μια κατώτερη αλήθεια έναντι μιας ανώτερης. Ο Ράσκιν στηρίζει αυτή του την ιδέα δείχνοντας πώς το χρώμα μεταβάλλεται ανάλογα με το φως και τον καιρό, πώς επηρεάζεται από τα γειτονικά χρώματα και πώς το κάθε μάτι αντιλαμβάνεται το χρώμα διαφορετικά. Ως εκ τούτου, είναι η μεταβλητότητα και η σχετικότητα του χρώματος που το καθιστά δευτερεύον για τον καλλιτέχνη.

  Ενώ όμως το χρώμα είναι όντως μεταβλητό και εν μέρει σχετικό (όπως έδειξαν στη δυτική ζωγραφική, για παράδειγμα, οι Ιμπρεσιονιστές) θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι το χρώμα είναι μια σταθερά, όχι ως τοπικό χρώμα, αλλά ως κύκλος δυνατοτήτων (δύναμη). Κι αυτό γιατί μέχρι στιγμής η φύση δεν μας έχει δώσει γαλάζιο τριαντάφυλλο (όσο κι αν το ονειρεύτηκαν οι ποιητές) και γιατί το χρώμα του κάθε αντικειμένου μέσα στη φύση σε όσες καταστάσεις κι αν βρεθεί και όσες αλλαγές κι αν υποστεί, έχει ένα όριο πέρα από το οποίο δεν μπορεί να πάει. Έτσι θα μπορούσαμε ενδεχομένως να πούμε ότι το τριαντάφυλλο ως νοητό είναι λευκοροζκιτρινοπορτοκαλοκόκκινο (βλέποντας ταυτόχρονα όλα τα δυνατά χρώματα που μπορεί ποτέ να έχει, τοπικά ή οπτικά), ποτέ όμως μπλε, μαύρο, καφέ ή πράσινο. Άλλωστε, θα μπορούσε ίσως να πει κανείς ότι οι πρωταρχικές ιδιότητες του Λοκ είναι νοητές, ενώ οι δευτερεύουσες, αισθητηριακές, γιατί οι μεν δεν εξαρτώνται από τον παρατηρητή και τις αισθήσεις, ενώ οι δε εξαρτώνται. Βλέποντας όμως τις δευτερεύουσες ποιότητες στην ολότητά τους ως δύναμη, τις βλέπουμε στη νοητή τους διάσταση (και όχι την αισθητηριακή) και εκεί αυτή η διάκριση καταρρίπτεται γιατί είναι τόσο ανεξάρτητες από την αντίληψη του υποκειμένου, όσο και οι πρωταρχικές. 

  Έτσι, το χρώμα στη νοητή του διάσταση είναι τόσο σταθερό και αμετάβλητο, όσο και η μορφή.

   Βέβαια, ο Ράσκιν δεν μιλάει καθόλου για τη σχετικότητα της μορφής, την οποία θεωρεί αναλλοίωτη, παρόλο που ένα κόκκινο τριαντάφυλλο μπορεί να έχει εκατό ή λιγότερα πέταλα, να είναι κοντό ή ψηλό, καλοφτιαγμένο ή όχι και τόσο. Πάνω σε αυτές τις γραμμές άλλωστε στηρίχτηκε και η συλλογιστική του Μπέρκλεϋ για να καταρρίψει το επιχείρημα του Λοκ περί αναλλοίωτων πρωταρχικών ιδιοτήτων.

   Πέρα όμως από τη φιλοσοφία του Λοκ και τις άπειρες συζητήσεις που έκτοτε έχει αυτή προκαλέσει, ο βασικός σκοπός όλης της συλλογιστικής του Ράσκιν στο συγκεκριμένο κεφάλαιο είναι να αποδείξει ότι δεν είναι το χρώμα αυτό που χαρακτηρίζει τα αντικείμενα (αλλά η φόρμα και το κιαροσκούρο).


   Σε μεταγενέστερο έργο του γράφει όσον αφορά τη σχέση μεταξύ χρώματος και μορφής (Seven Lamps of Architecture, Chapter IV: The Lamp of Beauty, §§ 36-38) ότι αν παρατηρήσουμε τα χρώματα της φύσης, θα δούμε ότι το χρώμα δεν ακολουθεί ποτέ τη μορφή. Υπάρχει και ποια είναι η μυστηριώδης σχέση που έχει η ανατομία της ζέβρας με τις ρίγες της ή της λεοπάρδαλης με τις βούλες της; Και ενώ όντως το ερώτημα για τη σχέση μεταξύ χρώματος και μορφής παραμένει καίριο και εξαιρετικά ενδιαφέρον, αυτομάτως σκέφτομαι όσον αφορά αυτό που χαρακτηρίζει τα πράγματα, ότι τόσο την ζέβρα, όσο και τη λεοπάρδαλη, περισσότερο τις χαρακτηρίζει το χρώμα τους από οτιδήποτε άλλο. Γιατί αν δούμε άσπρες και μαύρες ρίγες, όπως στο δέρμα μια ζέβρας, ή βούλες όπως στο σώμα μιας λεοπάρδαλης, χώρια από τα αντικείμενα που συνοδεύουν, το πρώτο πράγμα που θα μας έρθει στο μυαλό είναι η ζέβρα και η λεοπάρδαλη, και όχι κάποιος τοίχος ζωγραφισμένος με αυτά τα χρώματα και τα σχήματα. Ενώ αν δούμε τη σιλουέτα μιας ζέβρας χωρίς το χρώμα, μπορεί να νομίζουμε ότι βλέπουμε ένα άλογο ή οποιοδήποτε άλλο ζώο της οικογένειας των ιππιδών. Το ίδιο και για την λεοπάρδαλη.

   Ως εκ τούτου, το χρώμα ενίοτε μπορεί να χαρακτηρίζει τα αντικείμενα περισσότερο από τη φόρμα και γι' αυτό το λόγο θα πρέπει να ψάξουμε κάπου άλλου από τις πρωταρχικές και δευτερεύουσες ιδιότητες του Λοκ για να βρούμε αυτό που χαρακτηρίζει το κάθε αντικείμενο.

Δεν υπάρχουν σχόλια: